Το πρόγραμμα καταγραφής και μελέτης των ανθιβόλων
Περίληψη
Μέσα στις συνθήκες που διαμορφώνονται με την πτώση της Κωνσταντινούπολης το 1453 και τη διάλυση του βυζαντινού κράτους, η Κρήτη -βενετική κτήση από τις αρχές του 13ου αιώνα (1210) μετασχηματίζεται στο σημαντικότερο καλλιτεχνικό κέντρο του ορθόδοξου κόσμου. Πολυάριθμα εργαστήρια ζωγραφικής οργανώνονται στα αστικά κέντρα του νησιού και ιδιαίτερα στην πρωτεύουσα του τον Χάνδακα, που αναλαμβάνουν μεγάλες παραγγελίες εικόνων. Για να αντεπεξέλθουν στην αυξημένη ζήτηση της αγοράς οργανώνονται κατάλληλα όχι μόνο σε επίπεδο έμψυχου δυναμικού αλλά και σε εκείνο του τεχνολογικού εξοπλισμού. Διερευνώντας τους τρόπους με τους οποίους οι Κρητικοί ζωγράφοι από τον 15ο έως και τον 17ο αιώνα αναπαρήγαγαν και μετέφεραν τα εικονογραφικά τους δέματα από εικόνα σε εικόνα, διαπιστώνουμε ότι αυτό γινόταν με τη βοήθεια ανθιβόλων. Τα ανθίβολα ήταν δηλαδή σχέδια εργασίας με τα οποία οι Κρητικοί ζωγράφοι μπορούσαν να αντιγράψουν και να μεταφέρουν αυτούσιο και «κατά γράμμα» το εικονογραφικό θέμα μιας εικόνας σε μιαν άλλη. Στο Τμήμα Ζωγραφικής, Χαρακτικών και Σχεδίων του Μουσείου Μπενάκη φυλάσσονται δύο πολύ σημαντικοί φάκελοι με ανθίβολα. Τον πρώτο είχε αγοράσει ο ίδιος ο Αντώνης Μπενάκης από τον αρχαιοπώλη Θεόδωρο Ζουμπουλάκη στα μέσα της δεκαετίας του '40. Ο φάκελος αυτός αποτελείται από 372 συνοπτικά σχέδια τοιχογραφιών και σχετίζεται με το Άγιο Όρος. Ο δεύτερος φάκελος ανήκε στο γνωστό βυζαντινολόγο Ανδρέα Ξυγγόπουλο, ο οποίος τον είχε αποκτήσει μέσω του αρχαιοπώλη Δημοσθένη Στάικου, και μετά το θάνατο του το 1979 κληροδοτήθηκε στο Μουσείο Μπενάκη. Ο φάκελος αποτελείται από 464 φύλλα με διάτρητα στην πλειονότητα τους σχέδια, που σχετίζονται με εικόνες. Με τη μελέτη των φακέλων αυτών είχε ασχοληθεί η αείμνηστη Λασκαρίνα Μπούρα και μετά το θάνατο της η γράφουσα ανέλαβε τη συνέχιση και ολοκλήρωση της μελέτης τους με στόχο την τελική δημοσίευση τους σε επιστημονικό κατάλογο. Τα ανθίβολα αρχικά καταγράφηκαν σε παραδοσιακές καρτέλες και στη συνέχεια σε ηλεκτρονικές. Κατόπιν, και με τη μέθοδο της Β-ραδιογραφίας, έγινε προσπάθεια να αποτυπωθούν τα υδατόσημα, τα οποία πολλές φορές διατηρούνται πάνω στο χαρτί των ανθιβόλων. Η χρονολόγηση των υδατόσημων προσφέρει το πιο σταθερό terminus για τη χρονολόγηση των ίδιων των ανθιβόλων.
Λεπτομέρειες άρθρου
- Πώς να δημιουργήσετε Αναφορές
-
Vassilaki, M. (2018). Το πρόγραμμα καταγραφής και μελέτης των ανθιβόλων. Μουσείο Μπενάκη, 1, 79–86. https://doi.org/10.12681/benaki.18329
- Τεύχος
- Τόμ. 1 (2001)
- Ενότητα
- Μελέτες
Αυτή η εργασία είναι αδειοδοτημένη υπό το CC Αναφορά Δημιουργού – Μη Εμπορική Χρήση – Παρόμοια Διανομή 4.0.
Οι συγγραφείς των άρθρων που δημοσιεύονται στο Μουσείο Μπενάκη διατηρούν τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας επί των άρθρων τους, δίνοντας στο περιοδικό το δικαίωμα της πρώτης δημοσίευσης. Άρθρα που δημοσιεύονται στα Μουσείο Μπενάκη μπορούν να χρησιμοποιούνται ελεύθερα, χωρίς δικαίωμα τροποποίησης (δημιουργία παράγωγου έργου) με αναφορά στον/στη συγγραφέα και στην πρώτη δημοσίευση για μη κερδοσκοπικούς σκοπούς. Το Μουσείο Μπενάκη διατηρεί το δικαίωμα να δημοσιεύει, να αναπαραγάγει, να παρουσιάζει στο κοινό, να διανέμει και χρησιμοποιεί άρθρα που δημοσιεύονται στο περιοδικό Μουσείο Μπενάκη σε οποιοδήποτε μέσο και μορφή είτε μεμονωμένα είτε ως μέρη συλλογικών έργων, για όλο τον χρόνο διάρκειας προστασίας της πνευματικής ιδιοκτησίας και για όλες τις χώρες του κόσμου. Αυτό περιλαμβάνει ενδεικτικά και όχι αποκλειστικά το δικαίωμα δημοσίευσης των άρθρων σε τεύχη του περιοδικού Μουσείο Μπενάκη, αναπαραγωγής και διανομής μεμονωμένων αντιγράφων των άρθρων, αναπαραγωγής ολόκληρων των άρθρων σε άλλη έκδοση του Μουσείου Μπενάκη, καθώς και αναπαραγωγής και διανομής των άρθρων ή περίληψης αυτών με χρήση πληροφορικού συστήματος αποθετηρίου.